Print this page

Μεγαλώνοντας με γονείς που πάσχουν από ναρκισσιστική διαταραχή

Δεν είναι πάντα αλήθεια πως ο χρόνος είναι ο καλύτερος γιατρός.

Πολύ πρώιμα ψυχικά τραύματα, που έχουν τις ρίζες τους στην αρχή της ζωής, δεν ξεπερνιούνται από μόνα τους. Υπάρχουν πάντα εκεί, σαν ανοιχτές πληγές που αρχίζουν να αιμορραγούν ακόμα και στο παραμικρό άγγιγμα.

Εάν ένας γονέας έχει προβλήματα ναρκισσισμού ή, ακόμα χειρότερα, ναρκισσιστική διαταραχή προσωπικότητας, δεν έχει απλά κάποια προβλήματα παροδικά με ημερομηνία λήξης αλλά σοβαρότατες δυσκολίες που υπάρχουν σχεδόν από την αρχή της ζωής του και θα διαρκέσουν, με κάθε βεβαιότητα, έως το τέλος της, αν δεν κάνει κάποια σοβαρή και μακρόχρονη ψυχοθεραπευτική δουλειά με τον εαυτό του.

Στην κουλτούρα μας, ακόμα και η σκέψη πως ένας γονέας -ιδιαίτερα μία μητέρα- δεν αγαπά, πάνω και πέρα απ΄ότιδήποτε άλλο, το παιδί της είναι σχεδόν απαγορευμένη. Όλοι συγκλονίζονται όταν τύχει να ακούσουν ή να διαπιστώσουν πως σε αρκετές περιπτώσεις συμβαίνει το αντίθετο.

Και όμως, υπάρχουν πολλά παιδιά που βρίσκονται από το ξεκίνημα της ζωής τους, για όλη τη διάρκεια της ημέρας και πίσω από το προκάλυμμα μιας «καθωσπρέπει οικογένειας», στο έλεος γονέων με σοβαρά ναρκισσιστικά ελλείμματα.

Εάν είσαι έφηβος/έφηβη ή ενήλικας που έχει την αίσθηση -μεταξύ άλλων- πως έχει εισπράξει συνεχή και σκληρή κριτική από τον γονέα του, ανοιχτή ή καμουφλαρισμένη απόρριψη, που νιώθει ενοχές γιατί δεν κατάφερε να ανταποκριθεί στις προσδοκίες και στις διάφορες ανάγκες του γονέα του, που αισθάνεται ελεγχόμενος, ανεπαρκής, «αόρατος» για αυτό που πραγματικά είναι, πως είχες πάντα άδικο και ο γονέας σου δίκιο και διάφορα άλλα ανάλογα, τότε είναι πολύ πιθανόν να είσαι παιδί ενός γονέα με κάποιας μορφής ναρκισσιστική διαταραχή ή ναρκισσιστικά στοιχεία προσωπικότητας.


Είσαι, δηλαδή, ένα άτομο που (εξ)αναγκάσθηκε να «στραγγαλίσει» τον αληθινό του εαυτό και, αντ΄αυτού, να αναπτύξει έναν «ψευδή» -δηλαδή, τον εαυτό που ήθελε στην ουσία ο γονιός σου-, σε μια απέλπιδα αλλά συνάμα και άκαρπη προσπάθεια είσπραξης της αποδοχής, της επιβεβαίωσης και της «αγάπης» του.

Αυτοί είναι οι κυριότεροι λόγοι που καθιστούν τη στάση ενός τέτοιου γονιού απέναντι στο παιδί του ταυτόσημη της ψυχικής βίας, δηλαδή, της σχεδόν παντελούς παραγνώρισης των πραγματικών συναισθηματικών αναγκών του παιδιού, αλλά και του ίδιου ως ξεχωριστού ατόμου, στο βαθμό που δεν έχει καταφέρει να ανταποκριθεί στις ρητές και σιωπηρές προσδοκίες του γονιού του.

Παιδιά που μεγαλώνουν δίπλα σε έναν τέτοιο γονιό συνειδητοποιούν -αν συνειδητοποιούν-, ίσως για πρώτη φορά στη ζωή τους, τις τραγικές συνέπειες της σχέσης τους με τον ναρκισσιστικά διαταραγμένο γονιό τους όταν διαπιστώνουν πως το άτομο με το οποίο τυχαίνει να έχουν μια πολύ άσχημη ερωτική σχέση έχει αρκετά κοινά στοιχεία προσωπικότητας με αυτά του γονιού του ή όταν κάποια στιγμή γίνονται οι ίδιοι γονείς…

Πολλοί είναι οι επιστήμονες που πιστεύουν πως η ναρκισσιστική προβληματική των γονιών αποτελεί μία από τις συχνότερες, αλλά και σοβαρότερες, αιτίες πρόκλησης θεμελιακών ψυχικών τραυμάτων και διαταραχών σε παιδιά γιατί, στην περίπτωση αυτή, οι γονείς είναι στην ουσία όχι μόνο σχεδόν πάντα συναισθηματικά απόντες, αλλά και γιατί χρησιμοποιούν το παιδί για την ικανοποίηση των προσωπικών τους ναρκισσιστικών αναγκών ή, σωστότερα, για την κάλυψη των προσωπικών τους συναισθηματικών κενών, εκμεταλλευόμενοι τη συναισθηματική εξάρτηση του παιδιού τους από τους ίδιους και δημιουργώντας του τεράστιες ενοχές, κάθε φορά που τολμά να αγνοήσει τις προσδοκίες και τις απαιτήσεις τους.

Βασικά χαρακτηριστικά γονέων με ναρκισσιστικά ελλείμματα

Οι γονείς αυτοί διαπαιδαγωγούν και δίνουν σχεδόν πάντα στο παιδί ασαφή και υποδόρια μηνύματα, π.χ. διαμέσου εκφράσεων του προσώπου, τόνου της φωνής, αναστεναγμών, βλεμμάτων που λένε πολλά κ.ά. Σπάνια εκφράζουν άμεσα και με σαφήνεια αυτό που θέλουν για να μπορούν εύκολα να ακυρώσουν τις τυχόν διαμαρτυρίες του παιδιού, κάνοντάς τες να πέσουν στο κενό.

Ό,τι και να καταφέρει το παιδί δεν είναι αρκετό. Πάντα υπάρχει ένα «αλλά» ή κάτι που είναι καλύτερο. Ακόμα και όταν επιβραβεύουν, υπάρχει κάτι στον τόνο της φωνής τους που ακούγεται αταίριαστο και που μπορεί να υποδηλοί ζήλεια, θυμό ή κάποιου είδους δυσαρέσκεια.

Δεν λέει ευθέως πως δεν εμπιστεύεται το παιδί, αλλά το ελέγχει με το γάντι και αποπνικτικά. Υπονομεύει συστηματικά και με διάφορους τρόπους -συνήθως ασαφείς- την αυτοεκτίμηση και τον αυτοσεβασμό του παιδιού, κάνοντάς το ευάλωτο και άρα ευκολότερα ελέγξιμο.

Όταν το παιδί έχει πια εγκλωβιστεί για τα καλά σε αυτόν τον αόρατο ιστό αράχνης, αρχίζει να αισθάνεται μετά από χρόνια ως άτομο που δεν γνωρίζει ποιος είναι και τι θέλει, ανελεύθερο, φοβισμένο και με μια αόρατη απειλή να αιωρείται επάνω του. Κάτω από τις συνθήκες αυτές, αρκεί ένα βλέμμα του γονέα ή ένας χαρακτηριστικός τόνος στη φωνή του ώστε το παιδί -ή ακόμα και ο ενήλικας-παιδί- να «παραλύσει» και «να συμμορφωθεί προς τας υποδείξεις»..

Έχω δει εκατοντάδες χαρισματικών και επιτυχημένων τέτοιων ενήλικων-παιδιών που να βιώνουν μια ματαιότητα, μια παντελή έλλειψη ευχαρίστησης και χαράς στη ζωή τους ό,τι σπουδαίο και αν έχουν καταφέρει, να μην ξέρουν τι πραγματικά θέλουν και να παίζουν καθημερινά κρυφτούλι με την κατάθλιψη.

Όλοι οι γονείς με ναρκισσιστικά ελλείμματα δεν λειτουργούν με τον ίδιο τρόπο. Υπάρχουν, για παράδειγμα, μητέρες που είναι τόσο επικεντρωμένες στον εαυτό και στις δικές τους ανάγκες ώστε αδιαφορούν ή «ξεχνούν» να φροντίσουν το παιδί τους, να το ταΐσουν, να το ντύσουν με καθαρά ρούχα κ.τ.λ.

Άλλες πάλι είναι σαν να θέλουν -αν είναι δυνατόν- να καταβροχθίσουν τα παιδιά τους. Δεν τηρούν τα στοιχειώδη όρια και ελέγχουν οτιδήποτε τα αφορά . Ψάχνουν στα συρτάρια τους, στο κινητό, στο ημερολόγιο και στα προσωπικά τους αντικείμενα ή χώρους.

Έχουν άποψη και παρεμβαίνουν όσο τους είναι δυνατόν στην προσωπική ζωή του παιδιού, στο ντύσιμό του, στις παρέες του και στις ερωτικές του σχέσεις, αν μένει μόνο του -επικαλούμενοι κάποιο πρόσχημα- θέλουν να έχουν κλειδί του διαμερίσματός του κ.τ.λ.


Τα κύρια χαρακτηριστικά μιας οικογένειας με ναρκισσιστικά ευάλωτο γονιό

Η ανάγκη ενός τέτοιου γονιού να είναι το επίκεντρο, να ελέγχει ασφυκτικά τα παιδιά του, να θέλει να εισπράττει συνεχώς επιβεβαίωση και θαυμασμό, να κρίνει, να αποδοκιμάζει, να υπονομεύει και να βλέπει γενικώς τα παιδιά του ως προέκταση του εαυτού του μετατρέπει την οικογένεια σε χώρο που κάθε άλλο παρά ασφάλεια και στοιχειώδη ηρεμία εμπνέει.

Οι στρατηγικές προσαρμογής που μπορεί να αναπτύξει ένα παιδί που μεγαλώνει δίπλα σε έναν τέτοιο γονιό είναι συνήθως οι εξής τρεις:

Αναπτύσσει και το ίδιο -λιγότερο ή περισσότερο- μια ναρκισσιστική ευαλωτότητα και λειτουργεί, ως ενήλικας, με τρόπο ανάλογο με αυτόν του γονιού του.

Γίνεται ένας πολύ προσαρμοστικός και εξαρτητικός ενήλικας.

Γίνεται το «μαύρο πρόβατο» της οικογένειας ή «ο επαναστάτης χωρίς αιτία». Ένα παιδί μπορεί να μετατραπεί σε «μαύρο πρόβατο» όχι απαραίτητα από δική του «επιλογή» αλλά εξαιτίας της ανάγκης του γονιού του να έχει έναν αποδιοπομπαίο τράγο ή ένα διαθέσιμο σάκο του μποξ, επάνω στον οποίο να προβάλει και να εκτονώνει τις μη αποδεκτές πλευρές του δικού του εαυτού.

Το «μαύρο πρόβατο» μπορεί να είναι, όμως, και ένα ασυνήθιστα ψυχικά δυνατό ή/και αντιδραστικό παιδί που να βρίσκει τη δύναμη να αντιτάσσεται στις «επιθέσεις υποταγής» του ναρκισσιστικά διαταραγμένου γονιού του.

Μερικές φορές, μπορεί, ως έφηβος ή ενήλικας, να ενταχθεί σε ομάδες, υποκουλτούρες ή διάφορες πολιτικές, θρησκευτικές ή άλλου είδους οργανώσεις που να εκπροσωπούν εντελώς διαφορετικές αξίες, πιστεύω ή ιδεολογίες από αυτές του γονιού ή των γονιών του.

Για παράδειγμα, ο γιος ενός ιερωμένου να γίνει βουδιστής, πανκ, χεβι-μεταλάς ή τρομοκράτης (αδελφοί Ξηροί;), η κόρη ενός βιομηχάνου να ενταχθεί σε μια ακροαριστερή οργάνωση, το παιδί ενός πανεπιστημιακού να εγκαταλείψει το σχολείο κ.τ.λ.

Το ίδιο παιδί μπορεί να εναλλάσσεται μεταξύ αυτών των τριών ρόλων ή, εάν υπάρχουν περισσότερα του ενός παιδιά στην οικογένεια να υιοθετήσει το καθένα το ρόλο που του «ταιριάζει» ή που του έχουν κατά κάποιο τρόπο «αναθέσει».

Βασικά χαρακτηριστικά ενηλίκων που, ως παιδιά, είχαν γονέα με ναρκισσιστικά ελλείμματα

Τα άτομα αυτά έχουν χαμηλή αυτοεκτίμηση και επενδύουν πολύ χρόνο και τεράστια ενέργεια στην ικανοποίηση των αναγκών των άλλων, όπως ακριβώς έπρατταν πάντα και με τον ναρκισσιστικά ευάλωτο και απαιτητικό γονιό τους.

Αυτές οι εμπειρίες ζωής -δηλαδή, η είσπραξη επιβεβαίωσης και αποδοχής μόνο για όσα κάνουν και όχι για αυτά που οι ίδιοι είναι– έχει ως συνέπεια να μην αναγνωρίζουν ή να μην είναι βέβαιοι για το ποιες είναι οι δικές τους ανάγκες, απόψεις, αλλά και τα συναισθήματα.

Τρέμουν την απόρριψη και την εγκατάλειψη, δίνουν ιδιαίτερη βαρύτητα στη γνώμη των άλλων και αναζητούν με διάφορους τρόπους την αναγνώριση και αποδοχή του περίγυρου.

Επειδή η εικόνα που έχουν για τον εαυτό τους βασίζεται, αρχικά, στην αντιμετώπιση που είχαν από τον ναρκισσιστικά ευάλωτο γονιό τους και, στη συνέχεια, στη γνώμη του περίγυρου, έχουν σχεδόν πάντα μια εντελώς διαστρεβλωμένη εικόνα για τον εαυτό τους που δεν ανταποκρίνεται σε αυτά που πραγματικά τους αντιπροσωπεύουν και που οι ίδιοι είναι.

Για παράδειγμα, μπορεί να θεωρούν πως είναι άσχημοι, χαμηλού νοητικού επιπέδου, εγωιστές, αδιάφοροι για τις ανάγκες των άλλων, ανεπαρκείς κ.τ.λ., χωρίς, όμως, αυτά να ανταποκρίνονται στην πραγματικότητα. Η συνεχής αβεβαιότητα για τον εαυτό τους και οτιδήποτε τον αφορά τους δημιουργεί συχνά έντονα αισθήματα ανασφάλειας, ενοχής -ιδιαίτερα αν θεωρήσουν πως σκέφθηκαν πρώτα τον εαυτό τους και όχι τους άλλους-, ντροπής, άγχους και κατάθλιψης.

Όσον αφορά στις διαπροσωπικές τους σχέσεις, έχουν την τάση να παραμένουν σε πολύ προβληματικές και εξαρτητικές σχέσεις, αδυνατώντας, για πολύ μεγάλο χρονικό διάστημα ή και για πάντα, να φύγουν. Αρκετές φορές, συγχέουν την αγάπη με τον οίκτο και έχουν την τάση να παραμένουν -νομίζοντας πως αγαπούν- δίπλα σε άτομα που στην ουσία λυπούνται και που θεωρούν ευάλωτα.

Φοβούνται υπερβολικά την επιθετικότητα των άλλων, αλλά και τη δική τους, και αποφεύγουν -όσο αυτό είναι εφικτό- αισθήματα απώλειας, λύπης, φόβου και οργής.

Επίλογος

Μοιάζει πραγματικά με αρχαίο δράμα ή αρχαία τραγωδία το να έχει κάποιος γονιό ή γονείς με ναρκισσιστική διαταραχή γιατί, στην περίπτωση αυτή, εξαναγκάζεται να θυσιάσει, στην κυριολεξία, αυτό που πραγματικά είναι, δηλαδή τον αληθινό του εαυτό.

Γονείς δεν έχουμε τη δυνατότητα να επιλέγουμε, μπορούμε, όμως, όσο δύσκολο και αν είναι αυτό, να προσπαθήσουμε να συναντήσουμε για πρώτη φορά τον πολύ βαθιά θαμμένο εντός μας και τρομοκρατημένο αληθινό μας εαυτό που αναγκασθήκαμε να θυσιάσουμε, ελπίζοντας πως με τον τρόπο αυτό θα κερδίσουμε την αποδοχή, την επιβεβαίωση και την «αγάπη» του ναρκισσιστικά διαταραγμένου γονέα μας.

Η συνάντηση αυτή, όμως, προϋποθέτει το να μπορέσουμε να αντέξουμε το μακρύ και πολύ δύσκολο ταξίδι που χρειάζεται να κάνουμε εντός μας και που μπορεί να γίνει μόνο με τη βοήθεια ενός έμπειρου και κατάλληλα εκπαιδευμένου θεραπευτή που θα λειτουργήσει ως κυματοθραύστης και φίλτρο προστασίας απέναντι στα πολύ επώδυνα συναισθήματα με τα οποία θα χρειασθεί να έρθουμε αντιμέτωποι μέχρι τη λύτρωση της ψυχής και την απελευθέρωση του αληθινού εαυτού μας.

Η αυθεντική συναισθηματική κατανόηση και αποδοχή που θα βιώσουμε για πρώτη φορά μέσα από τη θεραπευτική σχέση θα μας επιτρέψει να τολμήσουμε, επιτέλους, να εμπιστευθούμε τα συναισθήματα και τα θέλω μας, να έχουμε πλέον ως κύριο σημείο αναφοράς τον ίδιο μας τον εαυτό, χωρίς να περιμένουμε την έγκριση και επιδοκιμασία άλλων που συμβολίζουν το γονιό ή τους γονείς μας.

Γράφει ο Σάββας Ν. Σαλπιστής, Ph.D. – Κλινικός Ψυχολόγος - Ψυχοθεραπευτής

Πηγή: i-psyxologos.gr

Read 3666 times
Rate this item
(0 votes)

Latest from VaiosPanagiota