Άρθρα
Δημήτρης Λιαντίνης, ο φιλόσοφος που προκάλεσε
και δεν έκανε χάρη στο θάνατο
Από τον Ζάχο Σκαφίδα.
Σας είχα προειδοποιήσει, μα δεν με πιστέψατε...
Θα πεθάνω, Θάνατε, όχι όταν θελήσεις εσύ, αλλά όταν εγώ θα θελήσω.
Σε τούτη την έσχατη ολική πράξη, δεν θα γίνει το δικό σου, αλλά το δικό μου.
Παλεύω τη θέλησή σου. Παλεύω τη δύναμή σου. Σε καταπαλεύω ολόκληρον. Μπαίνω μέσα στη γη, όταν εγώ αποφασίσω, όχι όταν αποφασίσεις εσύ. Και σένα σε αφήνω ρέστο και ταπί.
Με βλέπεις κατεβασμένο στον Άδη αφεαυτού μου και αυτοθέλητα. Και ανατριχιάζεις εσύ και το βασίλειό σου.
Ο τάφος, η ταφόπλακα, το σκοτάδι, το ποτέ πια και όλα σου τα υπάρχοντα μπροστά στην πράξη μου και στην επιλογή μου μένουν εμβρόντητα και χάσκουν.
Δημήτρης Λιαντίνης
απόσπασμα από το τελευταίο του βιβλίο «Γκέμμα»
Όταν ό Λιαντίνης ήρθε σε επαφή με την Γερμανική φιλοσοφία, οπό υμνητής της ζωής, έγινε ὁ μακαριστής και ὀ στοχαστής του θανάτου που είναι ανάγκη και πόθος θάνατος προσέλαβε την έννοια του υπέρτατου νοήματος. Έφθασε να πιστεύει ότι ὁ επίγειος βίος του φιλοσόφου είναι ἡ μελέτη του θανάτου, και να έχει την προσδοκία και προπαρασκευή της μεταθανάτιας συμβιώσεως με τούς αθανάτους. Ποίοι είναι εκείνοι οι αθάνατοι; Δεν είναι αυτοί τούς οποίους θα βρούμε στον υπερβατικό κόσμο, όπως πίστευε ο Σωκράτης, εφόσον ό Λιαντίνης δεν πίστευε στην ύπαρξη ενός υπερβατικού κόσμου. Είναι εκείνοι πού αφήνουν μία μεγάλη υστεροφημία, όπως ὁ Νίτζε, ὁ Γκαῖτε καί άλλοι, γιατί ο Λιαντίνης πίστευε ότι ἡ μόνη μορφή αθανασίας είναι ή υστεροφημία. Παρ’όλον ότι κήρυττε ότι δεν υπάρχει τίποτα μετά θάνατον κατά βάθος δεν ήθελε να το αποδεχτεί. Έπρεπε να υπάρχει κάτι, και αυτό ήταν ή υστεροφημία και γιαυτό είχε αναγάγει την υστεροφημία σε τρόπον διαιωνίσεως της υπάρξεως. Με τον θάνατον του πίστευε ότι θα συμπεριλαμβάνετε μεταξύ των θανάτων, δηλαδή θα κατάλειπε μια υστεροφημία. Είναι συμπωματικό ότι ό Λιαντίνης επέλεξε ένα σπήλαιο για να τελευτήσει τον βίο του; Επίσης, είναι συμπωματικό ότι ήθελε να πεθάνει σε ένα σημείο πού θα το φώτιζε πάντα ό ήλιος; Το φως πού δεν το άνθεξε ἐν όσω εβρίσκετο ἐν τη ζωή;
Το ότι ό Λιαντίνης ήταν μέγας εραστής του θανάτου αποδεικνύεται και από τον τρόπον με τον όποιον περιγράφει τον έρωτα. Έτσι , οπό την άποψη της ουσίας ὁ έρωτας και ὁ θάνατος δεν είναι απλώς στοιχεία υποβάθρου. Δεν είναι δυο απλές καταθέσεις της ενόργανης ζωής. Ας δούμε τί λέει για τον έρωτα. «Πιο πλατειά, και πιο μακριά, και πιο βαθειά, ο έρωτας και ο θάνατος είναι δύο πανεπίσκοποι νόμοι ανάμεσα στους οποίους ξεδιπλώνεται η διαλεκτική του σύμπαντος. Το δραστικό προτσές δηλαδή ολόκληρης της ανόργανης και της ενόργανης ύλης. Είναι το Α και το ω του σύμπαντος κόσμου και του σύμπαντος θεού. Είναι το είναι και το μηδέν του όντος. Τα δύο μισά και αδελφά συστατικά του.»
Επίσης λέγει ότι έξω οπό τον έρωτα και τον θάνατον πρωταρχικό δεν υπάρχει τίποτα άλλο. Αλλά ούτε είναι και νοητό να υπάρχη. «Τα ενενήντα δύο στοιχεία της ύλης εγίνανε, για να υπηρετήσουν τον έρωτα και το θάνατο. Και οι τέσσερες θεμελιώδεις δυνάμεις της φύσης, ηλεκτρομαγνητική, ασθενής, ισχυρή, βαρυτική, λειτουργούν για να υπηρετήσουν τον έρωτα και το θάνατο. Όλα τα όντα, τα φαινόμενα, και οι δράσεις του κόσμου είναι εκφράσεις, σαρκώσεις, μερικότητες, συντελεσμοί, εντελέχειες του έρωτα και του θανάτου. Γι αυτό ο έρωτας και ο θάνατος είναι αδελφοί και ομοιότητες, είναι συμπληρώματα, και οι δύο όψεις του ιδίου προσώπου.».
Ο «δάσκαλος» -όπως τον αποκαλούν ακόμα οι μαθητές και οι φίλοι του- επέλεξε τον μοναχικό θάνατο του Οιδίποδα στα 56 του χρόνια, στην ίδια ηλικία που πέθανε ο Εμπεδοκλής (αναφέρθηκε εκτενώς σε αυτόν στο τελευταίο του βιβλίο) Έφυγε από το σπίτι του στη Ν. Κηφισιά αφήνοντας μόνο την επιστολή και μερικές σημειώσεις.
Στη μοναχοκόρη του Διοτίμα είχε αφήσει ένα γράμμα. Μεταξύ άλλων της έγραφε: «Φεύγω αυτοθέλητα. Αφανίζομαι όρθιος, στιβαρός και περήφανος. Ετοίμασα τούτη την ώρα βήμα- βήμα ολόκληρη τη ζωή μου, που υπήρξε πολλά πράγματα, αλλά πάνω από όλα εστάθηκε μια προσεκτική μελέτη θανάτου. Τώρα που ανοίγω τα χέρια μου και μέσα τους συντρίβω τον κόσμο, είμαι κατάφορτος με αισθήματα επιδοκιμασίας και κατάφασης... Να ζήσεις απλά, σεμνόπρεπα, και τίμια, όπως σε δίδαξα. Να θυμάσαι ότι έρχουνται χαλεποί καιροί για τις νέες γενεές. Και είναι άδικο και μεγάλο παράξενο να χαρίζεται τέτοιο το δώρο της ζωής στους ανθρώπους, και οι πλείστοι να ζούνε μέσα στη ζάλη αυτού του αστείου παραλογισμού».
Την ενημέρωνε: «Θα δοκιμάσω να πορευτώ τον ακριβό θάνατο του Οιδίποτα. Αν όμως δεν αντέξω να υψωθώ στην ανδρεία που αξιώνει αυτός ο τρόπος, και ευρευθεί ο νεκρός μου σε τόπο όχι ασφαλή, να φροντίσεις... να τον κάψετε σε ένα αποτεφρωτήριο της Ευρώπης». Και υπογράφει: «Έζησα έρημος και ισχυρός. Λιαντίνης».1-7-1998
Από τον Ζάχο Σκαφίδα